Τετάρτη 29 Αυγούστου 2012

ΤΕΟΣ ΡΟΜΒΟΣ-ΥΠΟΧΘΟΝΙΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΚΑΙ UNDERGROUND ΤΥΠΟΣ 6


συλλαμβάνεται στην Αθήνα ο
Ρολφ Πόλε. Το σπίτι της οδού
Μπενάκη μετατρέπεται σε
Επιτροπή Συμπαράστασης για
να μην εκδοθεί ο Ρολφ
Πόλε στη Γερμανία των λευκών
κελιών και γίνεται χώρος
καθημερινών συναντήσεων και
πολιτικών δράσεων. Η δίκη
κράτησε όλο το καλοκαίρι με
συνεχείς εκδηλώσεις
συμπαράστασης από την πλευρά
της Επιτροπής προς το Γερμανό
σύντροφο Ρολφ Πόλε που
κατέληγαν συχνά σε συγκρούσεις με την αστυνομία και σε συλλήψεις των
μελών της Επιτροπής. Εγώ την περνούσα όλη μέρα στο δικαστήριο των
φυλακών Κορυδαλλού παρέα με τον Πόλε μιας και ήμουν ο διερμηνέας
του και το βράδυ που γύρναγα σπίτι έβρισκα πενήντα με εκατό τύπους
ξαπλωμένους παντού σε όλα τα πατώματα και τα δωμάτια. Ήταν σχεδόν
ανυπόφορο. Μόνον η Χαρά μου που έλαμπε και με περίμενε με γλύκαινε.
Το Εφετείο με ψήφους τρεις υπέρ και δύο κατά αποφασίζει να μην
εκδοθεί ο Πόλε. Όμως ο Καραμανλής άλλα είχε στο μυαλό του. Ο Πόλε
έπρεπε να εκδοθεί γιατί στη Γερμανία γίνονταν εκλογές και η μη έκδοση
σήμαινε αποτυχία της κυβέρνησης του Σμιτ. Κατόπιν τούτου ζητήθηκε η
επανάληψη της δίκης από τον Άρειο Πάγο. Στους δρόμους της Αθήνας
γίνονταν πορείες, ταραχές και συλλήψεις.
Στις αρχές του Σεπτέμβρη έγινε η δίκη όσων είχαν συλληφθεί στις
τελευταίες εκδηλώσεις συμπαράστασης στον Πόλε και καθάρισαν άλλοι με
αναστολή κι άλλοι με αθώωση. Και με το τέλος του καλοκαιριού της
Αναρχίας, την 1η Οκτώβρη, ο Πόλε εκδόθηκε από τον Καραμανλή στις
γερμανικές αρχές και ο σοσιαλδημοκράτης Χέλμουτ Σμιτ κέρδισε τις
εκλογές και του χρώσταγε χάρη. Το κοινόβιο έβαινε προς διάλυση. Το πείραμα σπιτιού και επιτροπής
φαινόταν ότι απέτυχε. Δεκάδες άνθρωποι τριγύρναγαν μες στο σπίτι. Δεν
υπήρχε χώρος για να ξεκουραστείς, να μιλήσεις, να δουλέψεις, δεν υπήρχε
αρκετός αέρας για ν’ αναπνεύσεις και το χειρότερο φαινόταν ότι δεν
υπήρχε κάτι βαθύτερο να μας ενώνει.
Μετά από όλα αυτά τα συγκλονιστικά γεγονότα κάποιοι από την παρέα
των Χταποδιών προσχώρησαν στις εναλλακτικές θρησκείες που φάνταζαν
σαν αρχαίες φιλοσοφίες αλλά με έναν κήρυκα γκουρού. Άλλοι πάλι
ανακάλυψαν την επανάσταση. Σε μια ταράτσα στη Βαλτετσίου είχαμε
νοικιάσει τρία δωμάτια, όπου έμεναν όσοι από τα Χταπόδια το είχαν
ανάγκη. Περνώντας κάποια μέρα από κει έγινα μάρτυρας μιας βλακώδους
στρατιωτικής παρέλασης με ξύλινα όπλα γύρω τριγύρω στην ταράτσα από
τους πιτσιρικάδες που έμεναν εκεί, στην επιθυμία τους να με
εντυπωσιάσουν και να με πείσουν ότι εκπαιδεύονται για τον ένοπλο που
επίκειται.  
Τους είπα ότι συμπεριφέρονται σαν
κνίτες που εκείνο τον καιρό, ενώ
εμείς πηγαίναμε στην Πλάκα για να
δούμε και ν’ ακούσουμε τους
«Σώκρατες ντρανκ δε κόνιουμ» και
στο Κλειδί για να ακούσουμε ροκ,
εκείνοι πήγαιναν ν’ ακούσουν
τραγούδια αντάρτικα με στίχους
γεμάτους κουρνιαχτό και αίμα
συνοδεύοντάς τα με κάτι φρικαλέα ξεφωνητά και βαρύ χτύπημα της
αρβύλας στο σανιδένιο πάτωμα. Τους έβρισα «Αποξηραμένα χταπόδια» κι
έφυγα.
Μια από τις επόμενες νύχτες οι ίδιοι πιτσιρικάδες μπουκάρανε σ’ ένα
φιλικό βιβλιοπωλείο που ο ιδιοκτήτης του έκανε αγώνα για να το
κρατήσει σαν στέκι δουλεύοντας τις νύχτες σε φούρνο. Κλέψανε το
στερεοφωνικό και δίσκους. Τους ζήτησα να επιστρέψουν τα κλοπιμαία,
είπαν: «ναι», «ναι», μα δεν το έκαναν. Μετά από αυτό δεν ήθελα να τους
ξαναδώ.
Τη μετάφραση που είχαμε κάνει η Στέφι Καρπ κι εγώ λίγους μήνες
πριν, την είχα δώσει στην Επιτροπή για τον Πόλε να τη διαχειριστεί.
Μια μέρα εμφανίστηκαν στο σπίτι δύο νεαρές Γερμανίδες που –όπως είπαν- δούλευαν στο γραφείο του Κρουασάν, δικηγόρου της ΡΑΦ, και
ζήτησαν να μην εκδοθεί το βιβλίο του Μπόμι Μπάουμαν διότι επρόκειτο
για μια ηττοπαθή μαρτυρία που στιγματίζει το αντάρτικο πόλης με τους
ισχυρισμούς του ότι το ένοπλο κίνημα είναι απλώς βία και μάλιστα
αναποτελεσματική.
Από την εμπειρία μου στη Γερμανία κατάλαβα ότι ανήκαν στο νόμιμο
μηχανισμό της ΡΑΦ. Τους είπα ότι δεν συμφωνώ και θεωρούσα τη
μαρτυρία ενός ανθρώπου που ήταν εντός των τειχών πολύ σημαντική.
Τσακωθήκαμε και έφυγαν έξαλλες. Τελικά η μετάφραση του Μπάουμαν
εξαφανίστηκε από έλληνες συντρόφους που είχαν πεισθεί ότι το βιβλίο θα
λειτουργούσε αρνητικά για το αντάρτικο πόλης.
Ήταν εκεί γύρω στα 1977, μετά το καλοκαίρι της Αναρχίας, και εμείς
είχαμε αφήσει το σπίτι στην Μπενάκη. Είχαμε μετακομίσει από τα
Εξάρχεια στις προσφυγικές πολυκατοικίες στον περιφερειακό του
Λυκαβηττού. Εργαζόμουνα και πάλι στο σινεμά και σε τηλεοπτικές
εκπομπές. Κάθε τρεις και λίγο μας ξυπνούσαν απ’ τα άγρια χαράματα οι
ασφαλίτες που έρχονταν στο σπίτι για έρευνα με έναν εισαγγελέα και
δείχνοντας το ένταλμα μπούκαραν μέσα και τα έκαναν όλα φύλλο και
φτερό αναζητώντας εκρηκτικά ή οτιδήποτε άλλο επιβαρυντικό π.χ.
έντυπα, κείμενα, κάτι για να με δέσουνε. Πολλούς από τους φίλους μας
τους είχαν ήδη συλλάβει αποδίδοντάς τους κακουργηματικές πράξεις με
τις οποίες δεν είχαν καμία σχέση και έτσι, με στημένες κατηγορίες,
ταλαιπωρήθηκαν για μήνες με προφυλακίσεις μέχρι να αφεθούν
ελεύθεροι.
Τότε ήταν που δούλεψα στην ταινία του φίλου Νίκου Αλευρά Πέφτουν οι
σφαίρες σαν το χαλάζι… (1977). Ο Αλευράς, απ’ όσο ξέρω, ήταν ο πρώτος
έλληνας σκηνοθέτης που άρχισε γυρίσματα χωρίς να έχει γραμμένο
σενάριο. Στο μυαλό του είχε μόνο δυο-τρεις σκηνές όταν ξεκίνησε να
κάνει ταινία μεγάλου μήκους. Ήθελε να κάνει μια δραματική ταινία και
στο τέλος έκανε κωμωδία. Και μόνο να βλέπεις τον Αλευρά να παίζει
δραματικά, ήταν αρκετό για να σκάσεις στα γέλια. Γύρισε μια ταινία
αυθόρμητη και ναΐφ και ακριβώς για το λόγο αυτό ήταν πολύ σημαντική.
Κανείς εκείνα τα χρόνια δεν μπορούσε να διανοηθεί να κάνει ταινία χωρίς
σενάριο, ούτε καν μια low budget παραγωγή, παρόλα αυτά η ταινία
προχώρησε κι τέλειωσε. Γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στα 16mm με ένα μικρό
συνεργείο τεσσάρων μόλις τεχνικών και τη συμμετοχή πολλών φίλων,
ερασιτεχνών ηθοποιών, όπου σχεδόν κανείς δεν πληρωνόταν. Και έγιναν μόνο τα αναγκαία έξοδα για φιλμ, εργαστήρια, μοντάζ κλπ. Και ο Αλευράς
το τόλμησε! Η ενθουσιώδης υποδοχή της ταινίας από το κοινό τον
αποζημίωσε με το παραπάνω.
Την ίδια χρονιά ο Λεωνίδας
Χρηστάκης κυκλοφόρησε το
σπουδαίο περιοδικό ΙΔΕΟΔΡΟΜΙΟ
(1977), που έμελλε να κυριαρχήσει
στο πεδίο των ιδεών και της
καταγραφής νέων ρευμάτων για
μια ολόκληρη εικοσαετία, ο
Κυριάκος Βασιλειάδης έβγαλε το
Εδώ και Τώρα και ο Μιχάλης
Πρωτοψάλτης τον Κόκορα που
λαλεί στο Σκοτάδι. Στο δρόμο που
χάραξε ο Αλευράς, του σινεμά ντιρέκτ, εμφανίζεται κινηματογραφικά και
ο Ζερβός με τον Εξόριστο της Κεντρικής
Λεωφόρου (1979), όπου  πρωταγωνιστεί ο
Κώστας Φέρρης παίζοντας με τον εαυτό του.
Τον ίδιο καιρό ο Ηλίας Πετρόπουλος έβγαλε το
Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη (1979) και
μεις, παρόλο που ήμαστε άφραγκοι, αγοράσαμε
είκοσι αντίτυπα και χαρίζαμε το βιβλίο στους
φίλους μας. Ο Νίκος Νικολαΐδης, συγγραφέας
του Οργισμένου Βαλκάνιου, ενός βιβλίου που
μας είχε όλους παλιότερα αγγίξει, γύρισε Τα
Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα (1979) και μας
αποτρέλανε. Και κανά-δυο χρόνους αργότερα ο
Θωμάς Γκόρπας εκδίδει το Περιπετειώδες
Κοινωνικό και Μαύρο Αφήγημα (1981) όπου μέσα στις σελίδες του
ανακαλύψαμε τους περιθωριοποιημένους λογοτεχνικούς προφήτες μας.
~0~
Για μας η έκδοση της ΤΡΥΠΑΣ (1979-81) έγινε η Ουτοπία μας, το
Γιουκάλι μας, ο περιοδικός τόπος όπου θα ένωνε την ανατρεπτικότητά
μας αντίκρυ σε μια κοινωνία εφησυχασμένη, βουλιαγμένη, θανατερή,
σκοτεινή, αγέλαστη και σκυθρωπή…Όλες οι πιθανές και απίθανες συλλήψεις θα χώραγαν στο περιοδικό. Οι
δημιουργοί θα έκαναν το «μακρύ τους και το κοντό τους», ό,τι φαντάζει
πιο σωστό, λογικό, παρωχημένο, αλλότριο, παλαβό, παράξενο, τρελό,
ασύλληπτο, το αδύνατο θα πραγματοποιούνταν σε αυτό το περιοδικό.
Από τη δουλειά μου στον κινηματογράφο, αγόρασα μια IBM ηλεκτρική
γραφομηχανή. Και από τα βιβλία του
βιβλιοπωλείου που μου είχαν απομείνει
πήρα κάποια μαζεμένα λεφτά και
ξεκίνησα την περιπέτεια της ΤΡΥΠΑΣ.
Πολλά από τα ταλαντούχα παιδιά που
είχα την τύχη να συναντήσω στο
Οκτόπους εκείνα τα χρόνια της
Μεταπολίτευσης ερχόντουσαν από το
πρωί στο σπίτι μας και συχνά
περνούσαν και τη νύχτα εκεί. O
Λίμπερ, ο Πολίτης, ο Μαξ, όλη την
μέρα σχεδίαζαν, κουβέντιαζαν ή
έγραφαν κείμενα. Το σπίτι ήταν ο
χώρος της απόλυτης δημιουργίας. Όλη
μέρα ακούγαμε Stones, τραγούδια του Bob Dylan, του Bob Marley,
συγκροτήματα Punk και New Wave που πρωτοεμφανίστηκαν τότε. Η
Χαρά καθισμένη στην ηλεκτρική γραφομηχανή πληκτρολογούσε αδιάκοπα.
Ο Μάκης Τσιπουρίδης της έδινε τις διαστάσεις και τη γραμματοσειρά του
κάθε κειμένου, και κείνη έγραφε διαρκώς μονόστηλα, δίστηλα, τρίστηλα,
ελεύθερα, δακτυλιωτά και διαγώνια, πλάγια ελεύθερα κείμενα. Ο Μάκης
Τσιπ έκανε τη σελιδοποίηση, τους τίτλους, έβαζε ράστερ, άπλωνε
χρώματα στα σκίτσα. Γενικώς υπήρχε ένας οργασμός δημιουργίας. Γύρω
ένας κόσμος που ήξερε ότι επρόκειτο να εκδοθεί η ΤΡΥΠΑ ετοίμαζε
κείμενα, σκίτσα, κόμιξ, έκανε φωτογραφήσεις: Ο Νίκος Μπαλής, ο
Λάζαρος Ζήκος, ο Βαγγέλης Μανιάτης, ο Άγγελος Μαστοράκης, η Άννα
Βιχ, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ο Αντρέας Μάχος, ο Δημήτρης Ρόμβος, η
Άννα Βαφία, ο Νίκος Αλευράς, ο Γρηγόρης Εμμανουήλ, η Σοφία
Λαμπίκη, ο Αντρέας Τσιλιφώνης, ο Γιώργος Ματορίκος, ο Βαγγέλης
Κοτρώνης, η Άννα Αττάρτ και πολλοί άλλοι φίλοι μας. Ο Πάνος (Πητ)
Κουτρουμπούσης που ζούσε στην Αγγλία και ο Δημήτρης Γέρος εξ
Αθηνών έστελναν ταχυδρομικά τη συνεργασία τους.Η ΤΡΥΠΑ βγήκε και καμαρώναμε πια όλοι μας σαν τα «γύφτικα
σκεπάρνια». Είχαμε καταφέρει να κυκλοφορήσουμε το ΠΡΩΤΟ
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΤΕΡΓΚΡΑΟΥΝΤ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ! Η τρέλα μας ήταν χυμένη
μαζί με τα χρώματα σε όλες τις σελίδες του. Και όλη αυτή η χαρά της
δημιουργίας επαναλήφθηκε και στο 2ο τεύχος όπου γλεντήσαμε την
έκδοση του περιοδικού με κεφτεδομαχίες στον Πειναλέων των
Εξαρχείων…
Εγώ εντωμεταξύ δεν έβρισκα δουλειά στο σινεμά και έτσι έπιασα δουλειά
στην οικοδομή. Κάποια μέρα όμως έπεσα και χτύπησα και μετά από το
ατύχημα δεν μπορούσα πλέον να δουλέψω. Με τη Χαρά ξεμείναμε, δεν
είχαμε καθόλου χρήματα, απλήρωτο ρεύμα, τηλέφωνο, νοίκι και δεν
μπορούσαμε ούτε να φάμε καλά-καλά.
Κάποια από κείνες τις δύσκολες μέρες –έτσι όπως συμβαίνει στα
παραμύθια- παρουσιάστηκε, από το πουθενά, ο Χρηματοδότης για το
περιοδικό. Και μας ξεσήκωσε, μας έβαλε μπουρλότο στα μυαλά. Όταν
πρωτοείδε την ΤΡΥΠΑ, μας είπε, έσκασε στα γέλια, θεωρούσε ότι ήταν
το πιο ενδιαφέρον περιοδικό που είχε κυκλοφορήσει ποτέ στη χώρα μας.
Τον ενδιέφερε να χρηματοδοτήσει μια τέτοια ανατρεπτική κατάσταση
μόνο και μόνο για να συνεχίσει να υπάρχει, δεν τον ενδιέφερε καθόλου να
παρέμβει ή να επέμβει πουθενά. Τις επόμενες μέρες τυπώσαμε μεγάλες
αυτοκόλλητες ΤΡΥΠΕΣ και γεμίσαμε τα πεζοδρόμια του κέντρου της
Αθήνας. Ερχόταν παντού μαζί μας κι έκανε ό,τι κάναμε κι όλο
ξεκαρδιζότανε στα γέλια, με κάθε τι που σκεφτόμασταν, με κάθε τι που
λέγαμε. Το περιοδικό προχώρησε και με διάφορες παλινωδίες τυπώθηκε.
Λίγες καιρό πριν, ο Χρηματοδότης χάθηκε στα εμπορικά του ταξίδια
μεταξύ Ευρώπης-Μέσης Ανατολής-και κεντρικής Αφρικής και με
έπαιρνε τηλέφωνο, τη μια μέρα από το αεροδρόμιο της Ζυρίχης, την άλλη
μέρα από τον Λίβανο, από τη Νιγηρία, Παρίσι, Λονδίνο κι όλο
ξεκαρδιζότανε στα γέλια. Εμείς είχαμε ήδη κλείσει έξι μήνες χωρίς
καθόλου χρήματα. Τότε ήρθε ο διορισμός της Χαράς και αποφάσισε να τον
αποδεχτεί. Και έφυγε για να παρουσιαστεί στο σχολείο του Κρανιδίου.
~0~
Και το Οκτόπους και η παρέα εκείνη που μαζί τους έζησα στιγμές
ευωχίας, ευτυχίας και ταύτισης, συνεχίζουν να κατοικούν εντός μου.
Θυμάμαι, ήταν όλοι τους παιδιά χωρίς οικογένεια. Ίσως αυτό να ήταν και
η λύτρωσή τους, η ελευθερία τους. Απελευθερωμένοι μια για πάντα και καταραμένοι. Το τρίπτυχο της οργής τους: “Πατρίς”, “Θρησκεία”,
“Οικογένεια”. Όλες τους οι πράξεις έτειναν να αποστεώσουν αυτές τις
«τρεις ιερές έννοιες» από το ψαχνό τους, γιατί άλλες ήταν οι αξίες τους -
που ονειρεύομαι ότι θα είναι και οι αξίες του αυριανού κόσμου-, οι
μεγάλες οικογένειες, οι ανθρώπινες κοινωνίες. Οι ίδιοι δεν έκαναν
οικογένεια, δεν υπηρέτησαν στο στρατό, δεν παραδόθηκαν στη χαύνωση
κάποιας θρησκείας. Κατά κάποιο τρόπο αποδόμησαν τον παρωχημένο
ανθρώπινο κόσμο για να τον κάνουν πιο βατό, ίσα με τα όνειρά τους.
Και πάνω από όλα, αυτοί οι νεαροί «βέβηλοι», τα φρικιά, αμφισβήτησαν
κάθε μορφή εξουσίας.
Σήμερα το αντεργκράουντ, αυτή η στάση ζωής, συνεχίζει να είναι εδώ, ο
ίδιος Υπόγειος Κόσμος είναι παντού, έτοιμος να αντισταθεί. Το κάνει με
κάθε είδους Αυτοδιαχειριζόμενες συλλογικότητες και Στέκια. Λαϊκές
συνελεύσεις γειτονιών, Αυτοοργανωμένοι Κοινωνικοί Χώροι, Καταλήψεις
εγκαταλειμμένων παλιών κτιρίων σε πόλεις και επαρχία, Κοινωνική-
Συλλογική κουζίνα, Πρωτοβουλία δικτύωσης, Ελεύθερο λογισμικό και
ανοιχτός κώδικας, Εργασιακές κολεκτίβες, Οικοκοινότητες και
Αλληλέγγυο εμπόριο, Ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών χωρίς χρήματα,
Χαριστικά- ανταλλακτικά παζάρια. Αλληλεγγύη και αντίσταση. Κι εκεί οι
άνθρωποι δοκιμάζουνε να ζήσουν μαζί και μακριά από εμπορευματικές
λογικές.
Το ίδιο και με τα έντυπα, τους μουσικούς, τους δημιουργούς. Ο Angel
Frisko με την Τυφλόμυγα, ο Bilos που έφτιαξε με τα χεράκια του τον
Κακό Βήχα, το Zero
Geographic, ο Θάνος ο Λοστ
με τους Λοστ Μπόντις, οι
Dadaifi και όλες εκείνες οι
μαγικές οάσεις που κάθε λίγο
ξεφυτρώνουν στις
μεγαλουπόλεις και στην
επαρχία. Ένας ολόκληρος
κόσμος, που πάλλεται και
δονείται και που προσπαθεί να
αρθρώσει μιαν άλλη γλώσσα,
μια εναλλακτική έκφραση, τον αυριανό πολιτισμό
μας.Τους ευχαριστώ θερμά λοιπόν, όλους εκείνους τότε, αλλά και όσους σήμερα
συνεχίζουν να δίνουν νόημα στην ύπαρξή μου, στη ζωή μου. Και όπως
γράφει σ’ ένα τοίχο στο Θησείο:
ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΟΛΗ Η ΓΗ
ΚΑΙ ΚΑΠΟΤΕ ΘΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΙΚΑΝΟΙ
ΧΩΡΙΣ ΣΤΑΥΡΟΥΣ, ΔΡΕΠΑΝΙΑ ΚΑΙ ΓΚΟΥΡΟΥ
ΜΑΖΙ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ
~0~

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου