Είπε,να μου πει το παραμύθι
το παλιό,που αλησμονήθη,
κι έσκυψε κι ανανοήθη,σα γριούλα,
μ΄ανθιά στη μορφή,μήλα στα στήθη,
κι άρχισε το παραμύθι:
«Μια φορά και έναν καιρό,ένα παλικάρι,
βασιλιά παιδί και ρήγισσας καμάρι,
μια παιδούλα αγάπησε,καλή ώρα,
όπως αγαπούν και τώρα...»
-Όπως αγαπούν και τώρα.
«Κι ήτανε φτώχια η παιδούλα,μα είχε βιό της
κάλλη και δρόσιες στο μερδικό της.
Κι αγάπη είναι τυφλή,καλή ώρα,
σαν και πάντα,σαν και τώρα».
-Σαν και πάντα,σαν και τώρα.
«Και το βασιλόπουλο ένα βράδυ
την αγκάλιασε τρελά μες στο σκοτάδι
και τη φίλησε γλυκά,καλή ώρα,
ποιος το ξέρει!σαν και τώρα...»
-Ποιος το ξέρει!σαν και τώρα.
«Την κορώνα του της βάζει στο κεφάλι
και τα στήθια της τα κάνει προσκεφάλι
και της λέει λόγια γλυκά κι ακόμα
όσα λεν στόμα με στόμα...»
-Όσα λεν στόμα με στόμα.
-Κι ύστερα,πως να στο πω,καλέ μου;
Κι ύστερα...Το ξέχασα,γλυκέ μου,
το παλιό το παράμυθι...
-Κι αν το ξέχασες,το ξέρουν ταίρια ταίρια,
ρώτα να στο πουν τα περιστέρια,
ρώτα να στο μάθουν τα τρυγόνια,
να στο στο κελαδήσουνε τ'αηδόνια...
κι ύστερα λησμόνα το,που αλησμονήθη!
κι η ζωή μας και η αγάπη παραμύθι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου